Τίποτα δεν προμήνυε τη φρίκη του Σαββάτου στον Ωρωπό. Ένα κομμωτήριο, ένας 30χρονος ιδιοκτήτης που δούλευε κανονικά, πελάτες που περίμεναν το κούρεμα του Σαββατοκύριακου… και μέσα σε δευτερόλεπτα η καθημερινότητα έγινε σκηνή άγριας, οργανωμένης επίθεσης.
Πέντε άτομα, με χειρουργικές μάσκες και κοκκάλινα γάντια, εμφανίστηκαν ξαφνικά στην οδό Μαρμαρά. Δεν είπαν λέξη. Δεν προειδοποίησαν. Μπήκαν μέσα στο κομμωτήριο κρατώντας δύο σφυριά και άρχισαν να χτυπούν τον 30χρονο στο κεφάλι και στο σώμα. Ψυχρό, σιωπηλό, σχεδόν κινηματογραφικό έγκλημα — μόνο που εδώ το αίμα ήταν αληθινό.
Αυτόπτης μάρτυρας περιγράφει το σοκ:
«Τους είδα να έρχονται. Τους ρώτησα τι γίνεται. Καμία απάντηση. Μπουκάρανε και άρχισαν να βαράνε! Σηκώθηκε ο άνθρωπος, αίματα παντού… Δεν καταλάβαμε τι έγινε. Μας πέταξαν τη μηχανή κάτω και πήραν τα κλειδιά για να μην τους κυνηγήσουμε».
Ο ιδιοκτήτης είχε πελάτες μπροστά του. Δούλευε ήρεμος, χωρίς να προλάβει να αντιδράσει. Ο πανικός κατάπιε την αίθουσα. Τα σφυριά μιλούσαν πιο δυνατά από οποιοδήποτε ουρλιαχτό.
Το θύμα μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στο Γενικό Κρατικό Αθηνών. Νοσηλεύεται με σοβαρά τραύματα, όμως ζει. Αυτό από μόνο του μοιάζει με θαύμα.
Οι Αρχές ψάχνουν τους δράστες και —κυρίως— τα κίνητρα. Γιατί μια τόσο βίαιη επίθεση; Προσωπική διαφορά; Εκφοβισμός; Συμβόλαιο ξυλοδαρμού; Κανείς δεν μιλά ακόμη. Οι αστυνομικοί ξετυλίγουν ένα κουβάρι που δείχνει σκοτεινό.
Σε μια χώρα που μεγάλωσε με το «πάμε στο μπαρμπέρη της γειτονιάς», το να φοβάσαι ακόμη και για ένα κούρεμα είναι ό,τι πιο παράλογο κι επικίνδυνο. Η παλιά Ελλάδα των σχέσεων και της ασφάλειας απειλείται από μια νέα πραγματικότητα: βία χωρίς φραγμούς, χωρίς καν έναν λόγο για να καταλάβεις τι συμβαίνει γύρω σου.
Όταν χτυπάει η παράλογη βαρβαρότητα, δεν χρειάζεται να είσαι ήρωας. Χρειάζεται να μην συνηθίσουμε ποτέ τέτοια φαινόμενα. Γιατί η κοινωνία που συνηθίζει τη βία… την αναπαράγει.



