Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε σαφές πολιτικό μήνυμα από το Μαρκόπουλο Αττικής, σε μια περιοδεία όπου συναντήθηκε με στελέχη και φορείς της Νέας Δημοκρατίας. Η κουβέντα κύλησε –όπως συνηθίζεται στις προεκτάσεις της καθημερινότητας– γύρω από τα μεγάλα ζητήματα που καίνε νοικοκυριά και συνταξιούχους. Εκεί, ο πρωθυπουργός στάθηκε ιδιαίτερα στο ζήτημα της προσωπικής διαφοράς, υπογραμμίζοντας πως «εντός των επόμενων δύο ετών τελειώνει». Ένα θέμα που έχει γίνει σχεδόν συνώνυμο της αδικίας για όσους είδαν τις αποδοχές τους να ψαλιδίζονται στα χρόνια των μνημονίων.
Η τοποθέτηση αυτή δεν έγινε απομονωμένα· εντάχθηκε σε ένα ευρύτερο αφήγημα στήριξης της ελληνικής οικογένειας, την οποία ο Μητσοτάκης περιέγραψε ως το «κύτταρο της κοινωνίας». Εκεί ακριβώς έριξε το βάρος, μιλώντας για ουσιαστικές φορολογικές ελαφρύνσεις, οι οποίες –όπως τόνισε– συνδέονται άμεσα με τον αριθμό των παιδιών κάθε οικογένειας. Η λογική του, απλή: λιγότερα λόγια, περισσότερη πράξη. Με άλλα λόγια, όχι θεωρητική στήριξη, αλλά χειροπιαστές παρεμβάσεις στο πορτοφόλι των πολιτών.
Η συζήτηση δεν άφησε εκτός τους νέους. Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε «πρωτοποριακό» το μέτρο που ανακοινώθηκε και αφορά όσους είναι κάτω των 25 ετών. Από 1η Ιανουαρίου 2026, οι νέοι αυτής της ηλικιακής ομάδας δεν θα πληρώνουν φόρο εισοδήματος. Στόχος, όπως εξηγήθηκε, είναι να παραμείνουν στην Ελλάδα, να χτίσουν τη ζωή τους εδώ και να αισθανθούν πως το κράτος δεν τους βλέπει ως υποσημείωση, αλλά ως επένδυση.
Οι δηλώσεις αυτές έρχονται σε μια περίοδο που το οικονομικό τοπίο παραμένει ρευστό και οι απαιτήσεις της κοινωνίας για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις είναι υψηλές. Οι εξαγγελίες δίνουν έναν τόνο αισιοδοξίας, μένει όμως η υλοποίηση –εκεί όπου η πολιτική συχνά δοκιμάζεται.


