Στις 22 Ιουλίου 1934, έξω από τον κινηματογράφο Biograph στο Σικάγο, τελείωνε ένα κεφάλαιο της αμερικανικής εγκληματικής ιστορίας – και άρχιζε ένα άλλο. Ο Τζον Ντίλιντζερ, διαβόητος ληστής τραπεζών και φυγάς, του οποίου οι τολμηρές εγκληματικές δραστηριότητες είχαν γοητεύσει το έθνος, πυροβολήθηκε από πράκτορες του FBI σε μια αντιπαράθεση υψηλού κινδύνου. Ο θάνατος του Ντίλιντζερ σηματοδότησε το τέλος μιας εποχής εγκληματικότητας άνευ προηγουμένου κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Υφεσης και σηματοδότησε έναν σημαντικό θρίαμβο για το νεοσύστατο Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών ή FBI. Ο θάνατός του όχι μόνο τερμάτισε ένα από τα πιο επίμονα ανθρωποκυνηγητά της εποχής, αλλά συμβόλισε επίσης τη δραματική αλλαγή στην προσέγγιση των διωκτικών αρχών για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος.
Ο Τζον Χέρμπερτ Ντίλιντζερ γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου 1903 στην Ινδιανάπολη της Ιντιάνα. Από νεαρή ηλικία, ο διέπραττε παρανομίες μικρής έκτασης, αλλά μόλις στις αρχές της δεκαετίας του 1930 έγινε γνωστό το όνομά του. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Υφεσης, ο Ντίλιντζερ και η συμμορία του πραγματοποίησαν μια σειρά από ληστείες τραπεζών στις μεσοδυτικές πολιτείες, αποφεύγοντας τη σύλληψη με πονηριά, παλικαριά και, μερικές φορές, καθαρή τύχη.
Τα κατορθώματά του προκάλεσαν αίσθηση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και για κάποιους ο ίδιος έγινε σύμβολο εξέγερσης κατά του κατεστημένου, ενώ άλλοι τον έβλεπαν ως επικίνδυνο εγκληματία που έπρεπε να συλληφθεί με κάθε κόστος. Η ικανότητά του να δραπετεύει από τη φυλακή πολλές φορές ενίσχυσε τον θρύλο του.
Μέχρι τα μέσα του 1934, ο Ντίλιντζερ είχε γίνει ο πιο καταζητούμενος άνθρωπος του FBI. Η σύλληψή του αποτελούσε ύψιστη προτεραιότητα για τον Τζ. Εντγκαρ Χούβερ, τον επικεφαλής του FBI, ο οποίος ήθελε να αποδείξει την αποτελεσματικότητα της υπηρεσίας. Η επιτυχία του Ντίλιντζερ να αποφεύγει τη σύλληψη οφειλόταν εν μέρει στην ικανότητά του να αλλάζει την εμφάνισή του και στην υποστήριξη που λάμβανε από φίλους και εγκληματίες συνεργάτες.
Στις αρχές Ιουλίου του 1934, ο Ντίλιντζερ υποβλήθηκε σε πλαστική χειρουργική επέμβαση για να αλλάξει τα χαρακτηριστικά του και να αφαιρέσει τα δακτυλικά του αποτυπώματα. Παρά τις προσπάθειες αυτές, η τύχη του είχε αρχίσει να εξαντλείται. Το FBI είχε εντείνει την έρευνά του και οι πληροφοριοδότες άρχισαν να παρέχουν κρίσιμες πληροφορίες για το πού βρισκόταν.
Το βράδυ της 22ας Ιουλίου 1934, ο Ντίλιντζερ παρακολούθησε μια ταινία στον κινηματογράφο Biograph στο Σικάγο, συνοδευόμενος από δύο γυναίκες, μεταξύ των οποίων και η Αννα Σέιτζ, η οποία αργότερα θα γινόταν γνωστή ως «Γυναίκα με τα κόκκινα». Η Σέιτζ, της οποίας το πραγματικό όνομα ήταν Ana Cumpănaș, ήταν μετανάστρια που αντιμετώπιζε την απέλαση και ήλπιζε να χρησιμοποιήσει τη γνώση της για το πού βρισκόταν ο Ντίλιντζερ για να εξασφαλίσει επιείκεια από τις αρχές.
Το FBI είχε λάβει μια πληροφορία από τη Σέιτζ σχετικά με τα σχέδια του γκάνγκστερ να επισκεφθεί το σινεμά. Οι πράκτορες περικύκλωσαν γρήγορα την περιοχή, περιμένοντας την έξοδό του. Περίπου στις 10:30 μ.μ., καθώς ο Ντίλιντζερ και η παρέα του έβγαιναν από τον κινηματογράφο, τον πλησίασαν οι πράκτορες. Αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο, ο Ντίλιντζερ προσπάθησε να διαφύγει, αλλά πυροβολήθηκε πολλές φορές. Επεσε στο έδαφος, θανάσιμα τραυματισμένος, και λίγο αργότερα διαπιστώθηκε ο θάνατός του.
Δύο ημέρες μετά τον θάνατό του, η «Καθημερινή» έγραφε σχετικά: «Χιλιάδες κόσμου συνεκεντρώθησαν αμέσεως εις το σημείον της οδού όπου εφονεύθη ο Ντίλιγκερ. Πολλοί ανεζήτουν ενθύμιά του, άλλοι δε μη ευρίσκοντες άλλο τι έβρεχαν τα μανδήλιά των και τεμάχια εφημερίδων με το αίμα, το οποίον είχε χυθή επί του πεζοδρομίου. Εις το νεκροτομείον παρετηρήθη, ότι ο Ντίλιγκερ είχε καταφύγει εις την αισθητικήν χειρουργικήν και εξηφάνισε μιαν ουλήν, την οποίαν είχεν εις το πρόσωπον, διά να μη αναγνωρίζεται υπό του κοινού. Το γεγονός τούτο επροκάλεσε μάλιστα και αμφιβολίας περί της ταυτότητος του διασήμου ληστού. […]
»Ο φονευθείς κακοποιός ήτο ηλικίας 31 ετών. Εγένετο γνωστός το πρώτον όταν εδραπέτευσεν εκ των φυλακών, κατορθώσας να ακινητοποιήση με το περίστροφον εις χείρας 33 δεσμοφύλακας. Διάσημος εγένετο κυρίως τον παρελθόντα Απρίλιον, οπότε εν συμπλοκή εφόνευσε πολλούς αστυνομικούς. Η αμερικανική Κυβέρνησις είχεν επιηρύξει την κεφαλήν του αντί δέκα χιλιάδων δολλαρίων».
Ο θάνατος του Ντίλιντζερ ήταν μια σημαντική στιγμή για το FBI. Υπό την ηγεσία του Χούβερ, είχε μετατραπεί σε έναν επαγγελματικό ομοσπονδιακό οργανισμό καταπολέμησης του εγκλήματος. Η καταδίωξη του Ντίλιντζερ από το FBI περιλάμβανε εντατική ερευνητική εργασία, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης πληροφοριοδοτών, του συντονισμού με τις τοπικές αστυνομικές αρχές και της εκτεταμένης παρακολούθησης.
Η νύχτα του θανάτου του Ντίλιντζερ ήταν το αποκορύφωμα ενός σχολαστικού σχεδιασμού. Οι πράκτορες παρακολουθούσαν τον Ντίλιντζερ για εβδομάδες και η πληροφορία από την Αννα Σέιτζ τούς έδωσε την ευκαιρία που χρειάζονταν. Ο ειδικός πράκτορας Μέλβιν Πέρβις, ο οποίος ηγήθηκε της επιχείρησης, ήταν παρών στο σινεμά Biograph και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην παρακολούθηση που οδήγησε στον θάνατο του Ντίλιντζερ.
Ο θάνατος του Ντίλιντζερ σηματοδότησε το τέλος ενός ταραχώδους κεφαλαίου στην αμερικανική εγκληματική ιστορία. Η αντίδραση του κοινού ήταν ανάμεικτη: ορισμένοι ανακουφίστηκαν που έπαυε η δράση ενός επικίνδυνου εγκληματία, ενώ άλλοι θρήνησαν την απώλεια ενός λαϊκού ήρωα που τα έβαλε με τις τράπεζες και την κυβέρνηση σε μια εποχή εκτεταμένης οικονομικής δυσπραγίας.
Για το FBI, η επιτυχής επιχείρηση κατά του Ντίλιντζερ ήταν μια σημαντική νίκη. Βοήθησε στην εδραίωση της φήμης της υπηρεσίας και απέδειξε την ικανότητά της να χειρίζεται υποθέσεις υψηλού προφίλ. Ο Τζ. Εντγκαρ Χούβερ χρησιμοποίησε την επιτυχή σύλληψη και δολοφονία του διαβόητου γκάνγκστερ για να ενισχύσει την εικόνα του FBI ως αποτελεσματικής υπηρεσίας επιβολής του νόμου.
Η ζωή και ο θάνατος του Ντίλιντζερ αποτέλεσαν αντικείμενο πολυάριθμων βιβλίων, ταινιών (όπως εκείνη με τον τίτλο «Δημόσιος Κίνδυνος» και πρωταγωνιστή τον Τζόνι Ντεπ) και τραγουδιών, αντανακλώντας τη διαρκή γοητεία του για το κοινό.