Ένα παράρτημα του Μουσείου Μπενάκη θα δημιουργηθεί στο Κτήμα Νάσιουτζικ στα Σπάτα. Το κοινωφελές ίδρυμα ετοιμάζει επενδυτικό σχέδιο για την αξιοποίηση του κτήματος –το κληρονόμησε το 2013–, το οποίο περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός πολυχώρου πολιτισμού και τουρισμού, με boutique hotel και αίθουσες επιχειρηματικών ή κοινωνικών εκδηλώσεων. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα κτίρια του κτήματος, που υπήρξε για χρόνια το πιο ακριβό κτήμα γάμων στην Ελλάδα, ήταν όλα αυθαίρετα.
Το Κτήμα Νάσιουτζικ έχει έκταση 38 στρεμμάτων και βρίσκεται στην περιοχή Γυαλός των Σπάτων, στην οποία παλαιότερα κυριαρχούσε η παραγωγή κρασιού. Δημιουργήθηκε σταδιακά με αγορές κτημάτων από τον Γεώργιο Νάσιουτζικ και περιλαμβάνει σήμερα τέσσερις ενότητες κτιρίων, τα περισσότερα από τα οποία χτίστηκαν το διάστημα 2000-2007. Στις «χρυσές εποχές», τις δεκαετίες ’90 και ’00, το Κτήμα Νάσιουτζικ έγινε γνωστό ως το πιο πολυτελές κτήμα γάμου στην Ελλάδα, φιλοξενώντας γαμήλιες δεξιώσεις και κοινωνικές εκδηλώσεις «επωνύμων» της σόουμπιζ και του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου.
Η συλλογή
Στη διαθήκη του ο ιδιοκτήτης του κτήματος, επιχειρηματίας Γιώργος Νάσιουτζικ, άφηνε το κτήμα (στην πραγματικότητα, την εταιρεία Φίλιππος ΑΤΕ, στην οποία ανήκει το κτήμα) στο Μουσείο Μπενάκη. Σύμφωνα με τη διαθήκη του, επιθυμία του ήταν να λειτουργήσει εκεί πτέρυγα του μουσείου, που να περιλαμβάνει τα εκθέματα της συλλογής του και να εμπλουτίζεται με έργα της συλλογής του μουσείου. Η συλλογή του Γ. Νάσιουτζικ περιλαμβάνει βυζαντινές εικόνες, χριστιανικά ενδύματα και έργα τέχνης, καθώς και αντικείμενα από άλλους πολιτισμούς, όπως μεταξοκέντητα σουζάνια, ανατολίτικα κιλίμια, εκθέματα από Ρωσία και Μέση Ανατολή και εκθέματα παραδοσιακής βαλκανικής τέχνης. Ο επιχειρηματίας πέθανε το 2013 και κατόπιν το κτήμα πέρασε στον έλεγχο του μουσείου, σταματώντας τη λειτουργία του το 2018. Εκτοτε παραμένει κλειστό.
Στις αρχές του έτους, το Μουσείο Μπενάκη κατέθεσε στο υπουργείο Περιβάλλοντος αίτημα για την προέγκριση ειδικού πολεοδομικού σχεδίου (ΕΠΣ) για την έκταση του κτήματος. Το ειδικό πολεοδομικό σχέδιο είναι ένα πολεοδομικό μοντέλο-ομπρέλα, με το οποίο μπορεί να τροποποιηθεί ο πολεοδομικός σχεδιασμός σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, δηλαδή να αλλάξουν οι χρήσεις γης, χωρίς να χρειάζεται να τροποποιηθεί το γενικό πολεοδομικό σχέδιο (διαδικασία που χρειάζεται αρκετά χρόνια). Ο φάκελος κατέληξε στο Κεντρικό Συμβούλιο Πολεοδομικών Θεμάτων (ΚΕΣΥΠΟΘΑ) του υπουργείου και τελικώς έλαβε την προέγκριση στις 4 Νοεμβρίου.
Τι προβλέπει το σχέδιο; Σύμφωνα με τα έγγραφα του υπουργείου Περιβάλλοντος, η υποβληθείσα πρόταση περιλαμβάνει την αξιοποίηση του κτήματος στο πλαίσιο λειτουργίας ενός πολυχώρου πολιτισμού και τουρισμού, με την εγκατάσταση:
α) Πολιτιστικών δραστηριοτήτων, όπως εκθεσιακών χώρων με μόνιμα εκθέματα του Μουσείου Μπενάκη ή περιοδικές θεματικές εκθέσεις, π.χ. σχετικές με την τοπική παραγωγή (μουσείο αμπέλου, οίνου, ελιάς κ.λπ.), σε συνεργασία με φορείς, πανεπιστήμια, μουσεία κ.λπ., ή εκδηλώσεις σχετικές με την εστίαση (π.χ. γευσιγνωσία, οινοθήκη, σεμινάρια επαγγελματικής
κατάρτισης κ.λπ.).
β) Χρήσεων ήπιου θεματικού τουρισμού με βάση την ανάδειξη των εκθεμάτων της συλλογής Νάσιουτζικ, με εγκαταστάσεις σύγχρονων τουριστικών καταλυμάτων (boutique hotel, σουίτες κ.λπ.) και συνοδές τουριστικές χρήσεις και υπηρεσίες, όπως συνεδριακού τουρισμού, επιχειρηματικών ημερίδων κ.λπ.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι το κτήμα βρίσκεται εντός της ζώνης οικιστικού ελέγχου (ΖΟΕ) Μεσογείων, σε ζώνη που προορίζεται για την ενίσχυση των παραδοσιακών και βιολογικών καλλιεργειών. Επομένως, για να υλοποιηθεί το επενδυτικό σχέδιο του μουσείου, πρέπει οι χρήσεις γης στην περιοχή να τροποποιηθούν (για αυτό εκκινήθηκε και η διαδικασία του ειδικού σχεδίου). Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τα έγγραφα του υπουργείου Περιβάλλοντος, το κτήμα δεν ήταν καν οικοδομήσιμο και όλα τα κτίριά του, περί τις 5.000 τ.μ., ήταν όλα αυθαίρετα και εντάχθηκαν σε ρυθμίσεις νομιμοποίησης (το γεγονός αυτό μπορεί κάλλιστα να καταγραφεί στο «πάνθεον» της πολεοδομικής αναρχίας στη χώρα μας, δεδομένου ότι επρόκειτο για το ακριβότερο κτήμα γάμου/κοινωνικών εκδηλώσεων).
Μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: Όπως αναφέρεται στα έγγραφα του υπουργείου, στο παλαιότερο από τα κτίρια (τέλη δεκαετίας ’80) χρησιμοποιήθηκαν υλικά από άλλες κατασκευές. Για παράδειγμα, σανίδες από πατώματα του Αγίου Όρους, υλικά κατεδαφίσεων από αγροτόσπιτα της περιοχής, από αρχοντικά της Καστοριάς, από κατεδαφισμένα εργοστάσια καπνού στην Καβάλα. Σημειώνεται ότι με την προέγκριση που έδωσε το υπουργείο Περιβάλλοντος δόθηκε η δυνατότητα να χτιστούν στο μη δασικό κομμάτι του κτήματος περίπου 3.500 τ.μ. επιπλέον.
Τι λέει το μουσείο
Η «Κ» απευθύνθηκε στο Μουσείο Μπενάκη ζητώντας πληροφορίες για το επενδυτικό σχέδιο. «H εκπόνηση του ΕΠΣ προέκυψε ως αποτέλεσμα επισταμένης μελέτης και διερεύνησης των εναλλακτικών τρόπων αξιοποίησης του κτήματος και τελικά αποτελούσε μονόδρομο τόσο από πλευράς ενός βιώσιμου επενδυτικού σχεδίου όσο και από πλευράς νομιμότητας – που για το Μουσείο Μπενάκη είναι αδιαπραγμάτευτη. Πέραν τούτων, το ΕΠΣ δημιουργεί προϋποθέσεις για βιώσιμη και μακροπρόθεσμη αξιοποίηση, ώστε να ικανοποιηθεί πλήρως η βούληση του διαθέτη. Το τελικό ύψος της επένδυσης του ειδικού πολεοδομικού σχεδίου θα προκύψει από την εξέταση διαφορετικών επενδυτικών προτάσεων και από την ανταπόκριση της αγοράς», αναφέρει το μουσείο. «Το Μουσείο Μπενάκη είναι ένα κοινωφελές ίδρυμα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και ως εκ τούτου δεν είναι επενδυτής. Η εταιρεία στην οποία ανήκει το Κτήμα Νάσιουτζικ –τις μετοχές της οποίας έχει αναλάβει το Μουσείο Μπενάκη–, σε συνεργασία με τον εκτελεστή διαθήκης, που είναι υπεύθυνος για την εκτέλεση της βούλησης του διαθέτη, θα προχωρήσει σε διαγωνισμό σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου, με διακριτές φάσεις, συνεργαζόμενη με κορυφαία εταιρεία που εξειδικεύεται στον κλάδο αξιοποίησης ακινήτων».
Ακολουθήστε μας στην σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε πρώτοι όλα τα νέα