Μία από τις γνωστότερες χριστουγεννιάτικες ιστορίες είναι η ανακωχή του 1914 ανάμεσα σε Γερμανούς και συμμάχους της Αντάντ, στα χαρακώματα του Δυτικού Μετώπου κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Εκείνη η νύχτα απέδειξε πως, ακόμα και σε ακραίες συνθήκες μοχθηρίας και απανθρωπιάς, όπως τα χαρακώματα όπου χάθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες ζωές, το πνεύμα των Χριστουγέννων μπορεί να βρει τρόπο να επιβιώσει. Αγάπη και αλληλεγγύη κατάφεραν να ξεπεράσουν το μίσος, φέρνοντας μια σπάνια, έστω προσωρινή, ειρήνη. Η ιστορία αυτή συνεχίζει να εμπνέει, θυμίζοντας την ανθρώπινη ανάγκη για ενότητα και ελπίδα, ακόμη και σε καιρούς πολέμου.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων του 1914, οι στρατιώτες των δύο αντίπαλων στρατών, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση των ανωτέρων τους, πέρασαν ξαφνικά από την ανταλλαγή πυρών στην ανταλλαγή χριστουγεννιάτικων ύμνων, χειραψιών, λίγου αλκοόλ και τροφίμων, και στη συνέχεια, τραγουδώντας αλλά και παίζοντας ποδόσφαιρο, γιόρτασαν μαζί στην ουδέτερη ζώνη μεταξύ των χαρακωμάτων.
Οι περισσότερες πληροφορίες που έχουμε από τη χριστουγεννιάτικη ανακωχή του 1914, είναι από την πλευρά των Συμμάχων. Πώς όμως έχει αποτυπωθεί η ιστορία αυτή στις γερμανικές πηγές;
«ΤΟ ΒΗΜΑ» της 25ης Δεκεμβρίου του 2003 γράφει για το βιβλίο «Der kleine Frieden im Grossen Krieg (Η μικρή ειρήνη στον Μεγάλο Πόλεμο) του Μίχαελ Γιουργκς.
Aυτοσχέδια ματς
«Εκατομμύρια στρατιωτών της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Γαλλίας και της Βρετανία αψήφησαν τις εντολές των ανωτέρων τους, βγήκαν από τα χαρακώματα ευχόμενοι ο ένας στον άλλον “Καλά Χριστούγεννα” και έπαιξαν ποδόσφαιρο στην πιο αυθόρμητη ανακωχή της παγκόσμιας ιστορίας.
»Ο συγγραφέας του έργου (…) «Der kleine Frieden im Grossen Krieg», ο ιστορικό κ. Μίχαελ Γιουργκς, χρησιμοποιεί αδημοσίευτες επιστολές και ημερολόγια γερμανών στρατιωτών που βρίσκονταν τότε στα χαρακώματα.
»Σύμφωνα με αυτές τις επιστολές, οι μπάλες που χρησιμοποιήθηκαν για τους αυτοσχέδιους ποδοσφαιρικούς αγώνες ήταν σε πολλές περιπτώσεις από άχυρο δεμένο με σπάγκο ή από άδεια κονσερβοκούτια.
»Τα γκολπόστ επίσης πρόχειρα φτιαγμένα, καθώς χρησιμοποιήθηκαν ξύλα, χλαίνες και κράνη. Άλλα ματς διεξάγονταν με 50 παίκτες και άλλα με 10 παίκτες. Τα περισσότερα ήταν διάρκειας περίπου μιας ώρας.
»Έπειτα, οι παίκτες που επί ημέρες είχαν στερηθεί τον ύπνο, έπεφταν εξαντλημένοι στο παγωμένο έδαφος αναζητώντας λίγη ξεκούραση.
»Ήταν μια άτυπη, αυθόρμητη εκεχειρία που άρχισε από ένα σημείο του μετώπου και που για να επεκταθεί σε ολόκληρο το Δυτικό Μέτωπο δεν χρειάστηκε να περάσουν λίγες ώρες.
Φωταψία στα χαρακώματα
»Ο Κουρτ Τσέμις, ένα δάσκαλος που μιλούσε απταίστως αγγλικά και γαλλικά, αφηγείται στις 15 επιστολές του ότι την παραμονή των Χριστουγέννων όλα τα πυρά ξαφνικά έπαυσαν. Από το γερμανικό τάγμα ακούστηκε ένα σφύριγμα. Η απάντηση των Βρετανών ήταν άμεση.
“Ο στρατιώτης Μέκελ από τον λόχο μου, ο οποίος είχε ζήσει πολλά χρόνια στην Αγγλία, φώναξε στους Βρετανούς μιλώντας τους στα αγγλικά και σύντομα άρχισε μια ζωηρή συζήτηση”.
»[Οι δύο αντίπαλοι στρατιώτες] βγήκαν από τα χαρακώματα, έσφιξαν τα χέρια στην ουδέτερη ζώνη και αλληλοευχήθηκαν χαρούμενα Χριστούγεννα. Συμφωνήθηκε ότι την επόμενη ημέρα, ανήμερα της σημαντικότερης γιορτής των Καθολικών, κανείς δεν θα πυροβολούσε.
“Bάλαμε ακόμη περισσότερα κεριά σε μήκος ενός χιλιόμετρου του χαρακώματός μας, αλλά και χριστουγεννιάτικα δέντρα. Οι Βρετανοί εξέφρασαν τη χαρά τους για τη φωταψία με σφυρίγματα και χειροκροτήματα. Πέρασα όλη τη νύχτα ξάγρυπνος, όπως και οι περισσότεροι. Αν και κάπως κρύα, η νύχτα εκείνη ήταν υπέροχη”, καταλήγει ο γερμανός δάσκαλος, ο οποίος έχασε τη ζωή του στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τη διάρκεια του οποίου είχε αιχμαλωτιστεί από ρώσους στρατιώτες.
Μπάλα και κούρεμα
»Ένας από τους τελευταίους επιζώντες του A’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν ο [ουαλός] Μπέρτι Φέλσταντ, ο οποίος ως τις τελευταίες ημέρες της ζωής του το φθινόπωρο του 2001 και σε ηλικία 106 ετών, θυμόταν με πολλές λεπτομέρειες την ιστορική ανακωχή.
“Τα όπλα σίγησαν και ο στρατιώτες άρχισαν να βγαίνουν από τα χαρακώματά τους. Αφήσαμε και εμείς τα όπλα και συναντήσαμε τον εχθρό. Από όσο θυμάμαι, οι Γερμανοί βγήκαν πρώτοι και άρχισαν να έρχονται προς το μέρος μας. Τους αντιγράψαμε αυθόρμητα
“Χαιρετηθήκαμε και αρκετοί από εμάς άρχισαν να παίζουν ποδόσφαιρο. Μη φαντάζεστε τίποτε οργανωμένο. Μια αυτοσχέδια μπάλα βρέθηκε από το πουθενά και περίπου 50 άτομα αλλάζαμε πάσες”.
»Όταν οι στρατιώτες των δύο πλευρών είχαν βγει από τα χαρακώματα, ένας Βρετανός εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση και έστησε ένα αυτοσχέδιο κουρείο στην ουδέτερη ζώνη.
»Ο κουρέας “αδιαφορούσε πλήρως τι εθνικότητας ήταν οι πελάτες του, απλώς χρέωνε δύο τσιγάρα το κάθε κούρεμα” περιγράφει το γεγονός στο ημερολόγιό του ο βαυαρός στρατιώτης Γιόζεφ Σέμπλαντ.
“Μπορεί να ήταν πόλεμος, ωστόσο δεν υπήρχε ούτε ίχνος εχθρότητας ανάμεσα στους στρατιώτες, οι οποίοι έπαιζαν ποδόσφαιρο μέχρι τελικής πτώσεως”, θυμίζοντας ότι το ποδόσφαιρο ήταν αναπόσπαστο κομμάτι με εκείνα τα ιστορικά Χριστούγεννα του 1914.
»Η άτυπη αυτή εκεχειρία επεκτάθηκε κατά μήκος των 800 χιλιομέτρων του Δυτικού Μετώπου, όπου στρατοπέδευαν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο στρατιώτες.
Ο Ταγματάρχης και ο δεκανέας
»Από τις βελγικές ακτές ως τα ελβετικά σύνορα, όλοι γιόρτασαν εκείνα τα Χριστούγεννα. Εκτός από έναν ξεροκέφαλο βρετανό ταγματάρχη που υποστήριζε ότι “τον Ούνο πρέπει να τον σκοτώνεις και όχι να κάνεις φιλίες” διατάζοντας τους πάντες να επιστρέψουν στις θέσεις τους, αλλά και έναν πολεμοχαρή αυστριακό δεκανέα, σύμφωνα με τον οποίον “τέτοιες συνεννοήσεις μεταξύ απλών στρατιωτών θα έπρεπε να απαγορεύονται”.
»Ο βρετανός ταγματάρχης έμεινε για πάντα ανώνυμος. Ο αυστριακός δεκανέας απέκτησε παγκόσμια… φήμη λίγα χρόνια αργότερα. Τον έλεγαν Αδόλφο Χίτλερ».