Μήνας Μάρτης – Στο Ιουλιανό και αργότερα στο Γρηγοριανό ημερολόγιο έχει 31 ημέρες.
Από τις 19 μέχρι τις 23 Μαρτίου ο ήλιος μπαίνει στον αστερισμό του Κριού.
Στις 21 Μαρτίου πραγματοποιείται η αστρονομική έναρξη της άνοιξης με τη λεγόμενη «εαρινή ισημερία», δηλ. την ίση χρονική διάρκεια ημέρας και νύχτας.
Το όνομα του είναι ρωμαϊκής καταγωγής.
Είχε οριστεί ως ο μήνας του θεού Μαρς, που αντιστοιχεί με τον Άρη, το θεό του πόλεμου των αρχαίων Ελλήνων.
Άλλοι υποστηρίζουν ότι ήταν αφιερωμένος στον Mercurius δηλ. τον Ερμή.
Οι μεγάλες καιρικές μεταβολές του, έδωσαν αφορμή στη λαϊκή φαντασία να πλάσει μύθους, θρύλους, παροιμίες και παραδόσεις, που αναφέρονται στα βασικά γνωρίσματα του.
Αρκετοί μύθοι ζητούν να αιτιολογήσουν, γιατί ο Μάρτης μια γελά και μια κλαίει.
Σύμφωνα με κάποια αθηναϊκή παράδοση ο Μάρτης έχει δυο γυναίκες, την μια πολύ όμορφη και φτωχή, την άλλη πολύ άσκημη και πολύ πλούσια.
Ο Μάρτης κοιμάται στη μέση.
Όταν γυρίζει προς την άσκημη, κατσουφιάζει, μαυρίζει και σκοτιδιάζει όλος ο κόσμος, όταν γυρίζει από την όμορφη, γελάει, χαίρεται και λάμπει όλος ο κόσμος.
Αλλά τις περισσότερες φορές γυρίζει από την άσχημη γιατί αυτή είναι πλούσια και τρέφει και τη φτωχή και όμορφη.
Μερομήνια- είναι οι πρώτες μέρες του Μάρτη.
Μέρες δηλ. που από τις καιρικές συνθήκες τους μπορούν να γίνουν σχετικές προγνώσεις για όλο το χρόνο.
Μάρτης- από τις 1 έως τις 3 Πανελλήνιο έθιμο της πρωτομαρτιάς.
Είναι η συνήθεια να δένουν οι μητέρες στο χέρι ή στο πόδι των παιδιών τον λεγόμενο “Μάρτη”, κορδόνι από λευκό και κόκκινο νήμα, για να τα προφυλάξουν από τις ακτίνες του μαρτιάτικου ήλιου, οι οποίες θεωρούνται πολύ επικίνδυνες.
Για ν’ αποτρέψουν την επίδραση του ήλιου έδεναν στον καρπό του χεριού ή και στο μεγάλο δάχτυλο του ποδιού τον «μάρτη», δηλαδή μια λινή κλωστή, άσπρη και κόκκινη ή και χρυσή, στριμμένη, αφού πριν την κρέμαγαν σε κλώνους τριανταφυλλιάς και την εκθέσουν τη νύχτα στα άστρα.
Τον «μάρτη» τον φορούσαν ως την Ανάσταση.
Τότε τον έβγαζαν και τον έδεναν στην τριανταφυλλιά, για να πάρουν το χρώμα της.
Αλλού τα παιδιά κρατούν τον «μάρτη» μέχρι να πρωτοδούν χελιδόνι ή πελαργό.
Το δεύτερο κακό που ο λαός φοβάται, τις τρεις πρώτες, τις τρεις μεσαίες και τις τρεις τελευταίες ή τις δέκα-δώδεκα πρώτες μέρες του Μαρτίου, είναι οι Δρίμες, όντα δαιμονικά, που κάνουν κακό στα ξύλα, ρούχα και σώματα.
Όσα πανιά πλυθούν τότε, λιώνουν, όσα ξύλα κοπούν, σαπίζουν.
Γι’ αυτό ή αποφεύγουν ολότελα να πλύνουν τις μέρες αυτές ρούχα ή, αν πλύνουν, ρίχνουν στο νερό πέταλο, γιατί το σίδερο, όπως πιστεύουν, είναι γιατρικό, αποτρέπει δηλαδή τα δαιμόνια.
Επίσης δε λούζονται, δεν κόβουν ξύλα και αποφεύγουν και άλλες εργασίες.
Χελιδονίσματα- από τις 1 έως τις 3. Πρωτομαρτιάτικο έθιμο της Β. Ελλάδας & των νησιών του Αιγαίου.
Ένα μελωδικό καλωσόρισμα της Άνοιξης με ειδικά τραγούδια που λέγουν τα παιδιά γυρίζοντας από σπίτι σε σπίτι κρατώντας στεφάνι λουλουδιών ή ένα κλαδί από κισσό & ομοίωμα χελιδονιού, που έχει ένα «μαγικό χαρακτήρα»:
Χελιδόνα έρχεται, από Μαύρη θάλασσα.
Θάλασσα επέρασε. Έκατσε και λάλησε…
Μάρτης μας ήρθε, τα λουλούδια ανθίζουν,
Όξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα υγεία και χαρά…
Στην περιοχή του Πύργου Ηλείας τραγούδαγαν:
χελιδονάκι πέταξε, ήβρε κήπον κι έκατσε,
και γλυκοκελάηδησε, Μάρτη, Μάρτη μου καλέ.
Μάρτη, Μάρτη μου καλέ και Απρίλη θαυμαστέ,
τα πουλάκια αβγά γεννούν κι αρχινούν να τα κλωσούν.
Τα παιδιά, με το τραγούδι τους, επικαλούνται τα αληθινά χελιδόνια, να έρθουν στον τόπο τους και μαζί μ’ αυτά η άνοιξη.
Η νοικοκυρά παίρνει λίγα φύλλα κισσού από το καλάθι της χελιδόνας, τα τοποθετεί στο κοτέτσι, για να γεννούν πολλά αυγά οι κότες, και δίνει ένα ή δυο αυγά στα παιδιά που ξεκινούν για άλλο σπίτι.
Όπως είναι γνωστό, ο βαθυπράσινος κισσός είναι σύμβολο της αειθαλούς βλαστήσεως και θεωρείται μέσο ικανό να μεταδώσει τη θαλερότητα και τη γονιμότητα στις όρνιθες και τα άλλα ζώα.
Έπαιρναν για αμοιβή γλυκίσματα και χρήματα, κάτι ανάλογο με την αμοιβή από τα κάλαντα, δίνοντας ευχές για ευημερία και ευγονία.
Πρόκειται για έθιμο που κατάγεται από την αρχαιότητα, όπως αποδεικνύει το «χελιδόνισμα», δηλαδή το τραγούδι της χελιδόνας, που μας παρέδωσε ο Αθήναιος γύρω στα 200μ.Χ., αλλά ανάγεται σε πολύ παλιότερα χρόνια.
Η ομοιότητα του τραγουδιού με το σημερινό όχι μόνο εννοιολογική αλλά εν μέρει λεκτική, είναι ολοφάνερη
Των Αγίων Σαράντα- 9 Μαρτίου
Στη συνείδηση του λαού ο αριθμός 40 είναι ιερός.
Γι’ αυτό και οι άγιοι Σαράντα, που μαρτύρησαν το 320 στη Σεβάστεια, λατρεύονται ιδιαίτερα από το λαό. Όλες οι συνήθειες και οι προλήψεις της ημέρας αυτής βάση έχουν τη θρησκευτική ή τη μαγική σημασία του αριθμού 40.
Συνηθίζονται οι σαραντόπιττες, δηλαδή πίτες με σαράντα φύλλα, ή 40 τηγανίτες ή φαγητά από 40 ειδών χόρτα ή όσπρια που τα μοιράζουν για την ψυχή των ζωντανών.
Κοινότατη είναι η παροιμία: Σαράντα φας, σαράντα πιείς, σαράντα δώσ’ για την ψυχή
Καθαρή Δευτέρα- Ταυτισμένη με τα Κούλουμα, ομαδική έξοδος στις εξοχές, το Γαϊτανάκι, το γαϊτανάκι ήταν ένας ειδικός χορός, στον οποίο τα καρναβάλια κινούνταν γύρω από ένα ψηλό κοντάρι, κρατώντας πολύχρωμες ταινίες, δεμένες στην κορυφή του κονταριού, “πλέκοντας” μ΄αυτό τον τρόπο το γαϊτανάκι και το πέταγμα χαρταετών, τσερκένια στη Σμύρνη, ουτσουρμάδες στην Κωνσταντινούπολη, πουλία στον Πόντο, πετάκια στη Θράκη, αετός- μύλος- ψαλίδα- άστρο-φωτοστέφανο στην κυρίως Ελλάδα, φυσούνα στα Επτάνησα .
Επίσης χαρακτηριστικά της γνωρίσματα είναι η αθυροστομία, τα αλληλοπειράγματα, τα σκώμματα, η σάτιρα & το νηστίσιμο τραπέζι με τα τουρσί, κρεμμυδάκια φρέσκα, ραπανάκια, ταραμά, αλάδωτα όσπρια, τους χαλβάδες, τα θαλασσινά, τα ντολμαδάκια, μα πάνω απ’ όλα την γνωστή σε όλους μας λαγάνα (είδος ψωμιού άζυμου, δηλ. χωρίς προζύμι.
Κυρά Σαρακοστή- Έθιμο που συναντάται σε όλη την Ελλάδα.
Για τη μεγάλη νηστεία του Πάσχα,40 ημερών, παρίσταναν τη Μεγάλη Σαρακοστή σαν μία γυναίκα με όλα τα χαρακτηριστικά της νηστείας: ξερακιανή, αυστηρή, χωρίς στόμα, με χέρια σταυρωμένα, γιατί είναι όλο προσευχή, με σταυρό στο κεφάλι και με 7 πόδια, όσες και οι βδομάδες για το Πάσχα.
Την έφτιαχναν από χαρτόνι ή πανί παραγεμισμένο με πούπουλα και την κρεμούσαν από το ταβάνι,σαν είδος ημερολογίου, αφού εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ημερολόγια.
Κάθε Σάββατο, κάθε βδομάδα που περνούσε έκοβαν κι από ένα πόδι μέχρι να φτάσει το Πάσχα.
Το τελευταίο πόδι το έβαζαν μέσα σ’ ένα ξερό σύκο ή σ’ ένα καρύδι.
Όποιος το ‘βρισκε ήταν ο τυχερός.
Σε μερικά μέρη, αντί του σκίτσου, οι γιαγιάδες έφτιαχναν την Κυρά-Σαρακοστή με νηστίσιμο ζυμάρι.
Αφού την έψηναν, την έβαζαν στα εικονίσματα.
Κάθε Σάββατο κατέβαινε από τη θέση της για να της κοπεί ένα πόδι.
Το τραγούδι της Κυράς Σαρακοστής είναι:
Την Κυρά Σαρακοστή, που είναι έθιμο παλιό
οι γιαγιάδες μας τη έφτιαχναν με αλεύρι και νερό.
Για στολίδι της φορούσαν στο κεφάλι της σταυρό
μα το στόμα της ξεχνούσαν, γιατί νήστευε καιρό.
Και τις μέρες τις μετρούσαν με τα πόδια της τα επτά
έκοβαν ένα τη βδομάδα μέχρι να ‘ρθει η Πασχαλιά.
Η φοβέρα του Κουκάρα στον Πόντο.
Ο Κουκαράς ήταν ένα σκιάχτρο, που έφερνε σε θεογνωσία τους μικρούς κι ανήξερους.
Ήταν ένα κρεμμύδι μεγάλο με μουστάκες, ίνες της ρίζας του, μαυρισμένο καλά.
Και οι μουστάκες του καψαλισμένες για να μαυρίζουν κι αυτές.
Μάτια άσπρα, φτιαγμένα με κιμωλία.
Στα πλευρά του- στη μεγάλη διάμετρο της μέσης του- ολόγυρα μπηγμένα κάθετα και σε ίσα διαστήματα μεταξύ τους, 7 φτερά από κότα, ισάριθμα με τις εβδομάδες της Μεγάλης Σαρακοστής.
Το έδεναν από την ουρά και το κρέμαγαν νωρίς το πρωί της Καθαρής Δευτέρας από τη μέση της οροφής της τραπεζαρίας.
25η Μαρτίου- Η επέτειος της Εθνεγερσίας & ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου.
Τότε οι βοσκοί της Κρήτης οδηγούν τα αιγοπρόβατα από τα χειμαδιά στα ορεινά μέρη, σύμφωνα με την παροιμία:
“Κούρευε, κουδούνωνε και στα όρη ανέβαινε”.
Ορισμένες λαϊκές συνήθειες έχουν βάση την αντίληψη ότι η εαρινή περίοδος αρχίζει την ημέρα του Ευαγγελισμού.
Έτσι στην Ήπειρο τα παιδιά παίρνουν ένα ταψάκι ή ταβά χωματένιο, το χτυπούν μ’ ένα κουτάλι και λένε:
Φευγάτε, φίδια, γκουστερίτσια, σήμερα είναι του Ευαγγελισμού!
Αλλού τα κορίτσια βγαίνουν στους αγρούς, κάθονται πάνω στα σπαρτά και τ’ αγκαλιάζουν.
Αλλού κάνουν κούνια και κουνιούνται,τραγούδια καλημεριστά.
Η αποχή από κάθε εργασία την ημέρα αυτή είναι, εξαιτίας δεισιδαιμονικών φόβων, απόλυτη: δε σαρώνουν, δε βγάζουν νερό από το πηγάδι, ούτε λάδι από το κιούπι, δεν ανοίγουν σεντούκι, δεν πάνε στα περιβόλια κλπ.
Τη μέρα του Ευαγγελισμού καμιά γυναίκα δεν έπρεπε να μείνει έγκυος, έλεγε ο λαός, γιατί το παιδί θα γεννηθεί ανήμερα τα Χριστούγεννα.
Και τα παιδιά που γεννιούνται Χριστούγεννα δεν προκόβουν ή γίνονται καλικαντζαράκια.
Και βέβαια αυτή τη μέρα δεν κάνουν καμιά δουλειά.
Ούτε το σεντούκι δεν άνοιγαν.
Στη Σωζόπολη Θράκης λένε πως ούτε τα χελιδόνια φτιάχνουν τη φωλιά τους αυτή τη μέρα.
Τόσο μεγάλη γιορτή είναι.
Μέρες της γριάς- Λέγονται οι τελευταίες μέρες του Μάρτη.
Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν μια γριά που θέλησε να κοροϊδέψει τον Μάρτιο, νομίζοντας ότι γλίτωσε αρνιά και κατσίκια από το κρύο και το χιόνι του, είπε:
-Πριτς, Μάρτη μου, τα γλίτωσα τα κατσικάκια μου!
Αυτός όμως έκαμε τις τελευταίες μέρες του τόσο δυνατή κακοκαιρία, που η γριά και τα ζώα πέτρωσαν από το κρύο.
Άλλες ονομασίες: Ανοιξιάτης, Κλαψομάρτης, Πεντάγνωμος, Φυτευτής και Βαγγελιώτης (λόγω Ευαγγελισμού)