«Έμπαινε Γιούτσο…», μια φράση που αρκετοί από εμάς έχουμε χρησιμοποιήσει κάποια στιγμή της ζωής μας. Η φράση γεννήθηκε στις κερκίδες του γηπέδου Καραϊσκάκη, έγινε σύνθημα από τους οπαδούς του Ολυμπιακού και σταδιακά έγινε διαχρονική και κρύβει πίσω του μεγάλη ιστορία και πολλές επιτυχίες.
Ο γεννημένος στην Καστοριά αλλά μεγαλωμένος στην Ουγγαρία Νίκος Γιούτσος κάνει ντεμπούτο με τα Ερυθρόλευκα στο ελληνικό πρωτάθλημα στις 10 Ιανουαρίου 1965. Αμέσως τον αγκάλιασαν οι οπαδοί του Ολυμπιακού και γρήγορα έγινε ο αγαπημένος της κερκίδας.
Από τότε και μέχρι που τελείωσε την καριέρα του, το σύνθημα «έμπαινε Γιούτσο» ακουγόταν όλο και πιο συχνά στο γηπεδο και τελικά κατάληξε να γίνει σλόγκαν που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.
Το όνομά του έγινε συνώνυμο με τον Ολυμπιακό για περίπου δεκαετία μέχρι και το 1974, με το «Γεώργιος Καραϊσκάκης» να δονείται σε κάθε παιχνίδι.
Ο τρόπος με τον οποίο εφορμούσε προς τις αντίπαλες περιοχές, «διαλύοντας» τις άμυνες των άλλων ομάδων, τον έκανε σύνθημα στα χείλη των φίλων του Ολυμπιακού, αλλά ακόμη και τραγούδι.
Το… «έμπαινε Γιούτσο», ο ίδιος υποστήριζε πως του το… κόλλησε ένας μικροπωλητής. Ο μπάρμπα-Νίκος όπως έλεγε και ο ίδιος ήταν ο εμπνευστής, προφανώς για το στυλ που έπαιζε.
Ο Γιούτσος έγραψε τη δική του ξεχωριστή ιστορία με τα ερυθρόλευκα. Κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα Ελλάδας (1966, 1967, 1973, 1974) και ισάριθμα Κύπελλα (1964, 1968, 1971, 1973), ενώ σε 276 συμμετοχές πέτυχε 100 γκολ. Η αποχώρησή του από τους Πειραιώτες πάντως ήρθε με επεισοδιακό τρόπο, αφού τσακώθηκε με τον τότε προπονητή Λάκη Πετρόπουλο και δεν ακολούθησε την ομάδα στην προετοιμασία που θα έκανε στη Γερμανία το καλοκαίρι του 1974.
Έπαιξε για μια διετία στη συνέχεια στον Εθνικό Πειραιώς, με τη φανέλα του οποίου και αποσύρθηκε τελικά από την ενεργό δράση. Φόρεσε 15 φορές επίσης τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδας και σημείωσε 6 γκολ, κάνοντας το ντεμπούτο του στις 23 Μαΐου 1965 στον εκτός έδρας αγώνα εναντίον της Ε.Σ.Σ.Δ., για τα προκριματικά του Μουντιάλ 1966.