Σε δίκη παραπέμπεται η 33χρονη κατηγορούμενη παιδοκτόνος από την Πάτρα για τη δολοφονία της 9χρονης κόρης της Τζωρτζίνας και για απόπειρα ανθρωποκτονιας αυτής, τον Απρίλιο του ’21, ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών
Στο βούλευμά τους οι δικαστές του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, υιοθετούν πλήρως την πρόταση του εισαγγελέα Γιώργου Νούλη, κρίνοντας πως η κατηγορούμενη τέλεσε τις αξιόποινες πράξεις που της αποδίδονται με δόλο και σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
Το πολύ ενδιαφέρον είναι ότι στο δικαστικό βούλευμα- καταπέλτη καταλήγουν στο ότι η 33χρονη τον Απρίλιο του 2021 προσπάθησε να σκοτώσει το παιδί όχι με ασφυκτικό θάνατο αλλά με την χορήγηση κεταμίνης, χωρίς ωστόσο να το καταφέρει λόγω της άμεσης επέμβασης των γιατρών. Δυστυχώς ωστόσο πέτυχε το σκοπό της τον Ιανουάριο του 2022, όταν το παιδί νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο «ΠΑΙΔΩΝ».
Στο σκεπτικό τους αναφέρουν, μεταξύ άλλων, πως ο αποκλεισμός της μύτης και του στόματος δεν είναι πρόσφορος τρόπος ώστε να προκληθεί ανακοπή, σημειώνοντας πως η κατηγορούμενη χορήγησε μη επακριβώς ταυτοποιηθείσα ουσία, κατασταλτική του κεντρικού νευρικού συστήματος, με πιθανότητα που αγγίζει τη βεβαιότητα η ουσία αυτή να είναι κεταμίνη. Μία ουσία που συγκαταλέγεται σε εκείνες που είναι ικανές να προκαλέσουν ανακοπή και η οποία επέφερε πτώση των σφύξεων και μηδενισμό του κορεσμού στο οξυγόνο.
Για τις συνθήκες θανάτου του παιδιού, οι δικαστές υιοθετούν πλήρως το εισαγγελικό σκεπτικό, περί χορήγησης της θανατηφόρας ουσίας στις 29 Ιανουαρίου μέσα στο νοσοκομείο που νοσηλευόταν το 9χρονο κορίτσι, σε χρόνο που ήταν μόνο η μητέρα του στο δωμάτιο.
Όσον αφορά στο κίνητρο, αφενός αναφέρεται η εμμονή της 33χρονης μητέρας με τον Μάνο Δασκαλάκη καθώς όλα τα περιστατικά συνέβαιναν όταν ήταν σε διαπίστωση με τον σύζυγό της, αφετέρου αποδίδουν τις πράξεις της στην προσωπικότητα της, βασιζόμενοι και στην περιγραφή της ειδικής πραγματογνώμονα που είχε οριστεί κατά την ανάκριση.
«Η κινητροδότηση της κατηγορούμενης ως προς την εκπόρευση της ως άνω εξακολουθητικής αξιόποινης συμπεριφοράς της ελέγχεται στα δυσμενή και παθογενή χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς και της ιδιοσυγκρασίας της, που αποκρυσταλλώνονται, κυρίως, σε ιδέες μεγαλείου συνδεόμενες με τη δημοσιότητα / διασημότητα, αλλά μη έχουσες έρεισμα στην πραγματικότητα, στον ενστερνισμό της αντίληψης πως μπορεί κανείς να αποκτήσει δημοσιότητα / διασημότητα μέσα από παραβατικές πράξεις, στη διαρκή διαπραγμάτευση μεταξύ αλήθειας και ψέματος, πραγματικού και μη πραγματικού, σε αποστέρηση κάθε γνησίου συναισθήματος, σε επικέντρωση (κατά προεξάρχοντα ρόλο) σκέψεων και επενδύσεων γύρω από τον ήδη εν διαστάσει σύζυγό της και υποστηρίζοντα την κατηγορία, με ενδιάθετη έκφραση κτητικότητας επ’ αυτού, στη διακατοχή της από την ιδέα / φόβο της εγκατάλειψης, στην απόδοση μεγάλης σημασίας στο να βρίσκεται κανείς στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μέσω της διασημότητας που προσφέρει η δημοσιότητα, στην αντίληψη των παιδιών της ως μια ναρκισσιστικής προέκτασης του εαυτού της και σε προσέγγιση εξιδανίκευσης του θανάτου, καταδεικνύεται, κατά την κρίση του παρόντος Συμβουλίου, θρασύτητα, έντονη αντικοινωνικότητα, αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή, ταπεινά ελατήρια και ιδιαίτερη επικινδυνότητα της κατηγορούμενης…».
Καταλήγοντας, οι δικαστές κρίνουν πως πρέπει να συνεχιστεί η προσωρινή κράτηση της 33χρονης για ακόμη 6 μήνες καθώς η κατηγορούμενη είναι ύποπτη τέλεσης νέων, όμοιων αξιόποινων πράξεων ακόμη και κατά των δικών της ανθρώπων.